- πατρονίτης
- ο(ορυκτολ.) μαύρο θειούχο ορυκτό τού βαναδίου, που κρυσταλλώνεται κατά το μονοκλινές σύστημα και περιέχει ελεύθερο θείο, καθώς και σουλφίδια τού σιδήρου και τού νικελίου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
βανάδιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο V. Ανήκει στην πέμπτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων και έχει ατομικό αριθμό 23 και ατομικό βάρος 50,95. Έχει δύο σταθερά ισότοπα και είναι αρκετά διαδεδομένο στη φύση. Τα κύρια ορυκτά του είναι ο… … Dictionary of Greek